- ἀναχωρήσεως
- ἀναχωρήσεω̆ς , ἀναχώρησιςretiringfem gen sg (attic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
отъшьствиѥ — ОТЪШЬСТВИ|Ѥ (68), ˫А с. 1.Уход, удаление: отъшьстви˫а ради мѹжь не дожьдавъше прихода. (διὰ τὴν ἀποδημίαν) КЕ XII, 67а; По(д)бьны˫а ради вины. и вѧще четырь лѣтъ прѣлагаетсѧ. ѡбрѹченье. или недѹга ради ѡбрѹченика. или ѡбрѹче(н)цѧ. или см҃рти… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
Pentekontaetie — (Pentekontaë tie von πεντήκοντα pentēkonta = 50, ἔτος etos = Jahr) ist eine moderne Bezeichnung der ungefähr 50 Jahre vom Ende des Xerxes Zuges mit der Schlacht von Plataiai (479 v. Chr.) bis zum Beginn des Peloponnesischen Krieges (431 v. Chr.) … Deutsch Wikipedia
ошьльць — ОШЬЛЬЦ|Ь (7*), А с. 1.Отшельник: Шьдъ бо нѣкыи отъсѹдꙊ къ мѹжѫ ошьльцѫ сѣдѧштѫ. (ἀναχωρητήν) Изб 1076, 117 об.; нѣсть ошьльцю желѧ. ѥже въ градѣхъ. и въ плищи скытаниѥ. (ἀναχωρήσεως) СбТр XII/XIII, 176; Въ тъ (ж) д҃нь препд҃бнаго иосифа ошьлца.… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
βαλβίδα — Όργανο ή σύστημα για τη ρύθμιση της ροής. Στην υδραυλική, β. λέγεται το σύστημα που παρεμβάλλεται μεταξύ δύο τμημάτων ενός αγωγού υπό πίεση, για να ρυθμίζει τη ροή του ρευστού στον αγωγό. Αποτελείται από ένα μεταλλικό σώμα και από ένα, επίσης… … Dictionary of Greek
δρομολόγιο — το 1. ο δρόμος ανάμεσα σε δύο τόπους, το ταξίδι («έχουμε δρομολόγιο για τη Μασσαλία») 2. περιγραφή τού δρόμου που πρέπει να ακολουθηθεί με καθορισμό τών αποστάσεων και τών κύριων σημείων ή ωρών αναχωρήσεως, προσεγγίσεως, σταθμεύσεως ενός μέσου… … Dictionary of Greek